Ζευγάρια στην Ουγγαρία
Last updated on: 11.05.2022
Η έκδοση αυτής της σελίδας στην αγγλική και εθνική γλώσσα διατηρείται από τον εκάστοτε συνομιλητή. Οι μεταφράσεις σε άλλες γλώσσες πραγματοποιούνται και επικαιροποιούνται σταδιακά. Επομένως, πιθανές πρόσφατες ενημερώσεις ενδέχεται να μην είναι διαθέσιμες σε αυτήν την έκδοση γλωσσών. Για την πιο πρόσφατη έκδοση, ελέγξτε την έκδοση στην αγγλική ή εθνική γλώσσα.
1.1. Ποιο είναι το δίκαιο που εφαρμόζεται αναφορικά με τις περιουσιακές σχέσεις ενός ζευγαριού; Ποια είναι τα κριτήρια/κανόνες που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου; Ποιες διεθνείς συνθήκες πρέπει να τηρούνται σε ορισμένες χώρες;
Το δίκαιο που από κοινού διέπει την προσωπική κατάσταση αμφότερων των συζύγων κατά τον χρόνο πού κρίνεται η υπόθεση είναι αυτό που διέπει τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων (περιλαμβανομένων των υποχρεώσεων διατροφής και των γαμήλιων συμβάσεων). Το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάσταση ορισμένου προσώπου είναι αυτό του κράτους του οποίου το εν λόγω πρόσωπο αποτελεί πολίτη. Σε περίπτωση που ορισμένο πρόσωπο διαθέτει περισσότερες υπηκοότητες και μια εξ αυτών είναι η ουγγρική, το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάστασή του είναι το ουγγρικό. Σε περίπτωση που ορισμένο πρόσωπο διαθέτει περισσότερες υπηκοότητες στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η ουγγρική, το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάστασή του είναι αυτό του κράτους όπου το εν λόγω πρόσωπο διατηρεί κατοικία [η κατοικία είναι ο τόπος όπου ένα πρόσωπο διαβιεί μόνιμα ή με την πρόθεση εγκατάστασης, άρθρο 12 παρ. 1 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 13 του 1979 περί ιδιωτικού διεθνούς δικαίου (εφεξής:ΝΔΙΔ)].Σε περίπτωση που ορισμένο πρόσωπο διατηρεί κατοικία και στην Ουγγαρία, το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάστασή του είναι το ουγγρικό. Σε περίπτωση που ορισμένο πρόσωπο διατηρεί κατοικίες σε περισσότερες χώρες της αλλοδαπής, το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάστασή του είναι το δίκαιο της χώρας με την οποία διατηρεί τους ισχυρότερους δεσμούς. Σε περίπτωση που το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάσταση ορισμένου προσώπου δεν δύναται να προσδιοριστεί βάσει των κανόνων που περιλαμβάνονται στις ανωτέρω παραγράφους, το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάστασή του προσδιορίζεται βάσει του τόπου συνήθους διαμονής του (ο τόπος συνήθους διαμονής ορισμένου προσώπου είναι ο τόπος όπου το εν λόγω πρόσωπο διαμένει για μακρό χρονικό διάστημα χωρίς πρόθεση εγκατάστασης, άρθρο 12 παρ. 2 ΝΔΙΔ). Σε περίπτωση που ορισμένο πρόσωπο διατηρεί περισσότερους τόπους συνήθους διαμονής και ένας εξ αυτών βρίσκεται στην Ουγγαρία, το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάστασή του είναι το ουγγρικό.Σε περίπτωση που το δίκαιο που διέπει την προσωπική κατάσταση των συζύγων κατά τον χρόνο της εκδίκασης της υπόθεσης δεν είναι το ίδιο για αμφότερους τους συζύγους, εφαρμογής τυγχάνει το τελευταίο δίκαιο που από κοινού διείπε την προσωπική κατάστασή τους. Εάν τέτοιο δεν υφίσταται ή δεν μπορεί να προσδιοριστεί, εφαρμογής τυγχάνει το δίκαιο της χώρας όπου οι σύζυγοι διατηρούσαν την τελευταία κοινή κατοικία τους. Σε περίπτωση που οι σύζυγοι δεν διέθεταν κοινή κατοικία, εφαρμογής τυγχάνει το εθνικό δίκαιο του δικάζοντος δικαστηρίου ή άλλης αρχής. Τυχόν μεταβολή του δικαίου που διέπει την προσωπική κατάσταση οποιουδήποτε εκ των συζύγων δεν επηρεάζει τις περιουσιακές σχέσεις (περιλαμβανομένων των υποχρεώσεων διατροφής και των γαμήλιων συμβάσεων) που έχουν ήδη εγκαθιδρυθεί μεταξύ τους.
(Άρθρο 11, άρθρο 39 παρ. 1-4 ΝΔΙΔ)
Η Ουγγαρία διατηρεί συμβάσεις νομικής συνδρομής που γιασχετίζονται με τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου με τις ακόλουθες χώρες: Αλβανία, Βιετνάμ, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κοσσυφοπέδιο, Κούβα, Κροατία, Λευκορωσία, Μαυροβούνιο, Πολωνία, πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Ρουμανία, Ρωσία, Σερβία, Σλοβακία, Σλοβενία και Τσεχική Δημοκρατία.
1.2. Οι σύζυγοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν το εφαρμοστέο δίκαιο; Εάν ναι, ποιες αρχές διέπουν αυτή την επιλογή (π.χ. τα δίκαια προς επιλογή, οι τυπικές προϋποθέσεις, η αναδρομική ισχύς);
Το ουγγρικό δίκαιο δεν επιτρέπει στους συζύγους να επιλέξουν το εφαρμοστέο δίκαιο.2.1. Παρακαλούμε περιγράψτε τις γενικές αρχές: Ποια αγαθά αποτελούν μέρος της κοινοκτημοσύνης περιουσιακών στοιχείων; Ποια αγαθά αποτελούν μέρος των ξεχωριστών περιουσιών των συζύγων;
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στο γαμικό σύμφωνο, μετά τον γάμο, οι σύζυγοι υπόκεινται στο καθεστώς της κοινοκτημοσύνης καθ’ όλη τη διάρκεια του κοινού έγγαμου βίου τους (νόμιμο καθεστώς περιουσιακών σχέσεων των συζύγων). Με τη σύναψη του γάμου, το νόμιμο καθεστώς περιουσιακών σχέσεων των συζύγων ισχύει επίσης αναδρομικά για τον χρόνο της ελεύθερης συμβίωσης των συζύγων προ του γάμου.(Άρθρο 4:34 (2) και 4:35 (1) του Νόμου V της 2013 περί του Αστικού Κώδικα [εφεξής: Αστικός Κώδικας])
Όλα τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται από κοινού ή ατομικά από τους συζύγους κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης αποτελούν τμήμα της αδιαίρετης κοινής περιουσίας των συζύγων, με εξαίρεση τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην ατομική περιουσία ορισμένου συζύγου (βλ. κατωτέρω). Τα έσοδα από ατομικά περιουσιακά στοιχεία επίσης αποτελούν τμήμα της κοινής περιουσίας, εφόσον τα εν λόγω έσοδα προέκυψαν κατά τη διάρκεια του κοινού έγγαμου βίου. Οι τυχόν δαπάνες διαχείρισης και τα έξοδα των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων αφαιρούνται από τα έσοδα.
(Άρθρο 4:37 (1) και (3-4) του Αστικού Κώδικα)
Στα ατομικά περιουσιακά στοιχεία του κάθε συζύγου περιλαμβάνονται:
- περιουσιακά στοιχεία τα οποία αποκτήθηκαν πριν από την έναρξη της κοινοκτημοσύνης·
- περιουσιακά στοιχεία τα οποία λήφθηκαν ως κληρονομία ή δωρεά, χωρίς αντάλλαγμα, κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης·
- δικαιώματα του συζύγου κυρίου πνευματικής ιδιοκτησίας, εκτός των οφειλόμενων δικαιωμάτων εκμετάλλευσης κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης·
- τυχόν αποζημίωση λόγω τραυματισμού·
- περιουσιακά στοιχεία ατομικής χρήσης μικρής αξίας·
- περιουσιακά στοιχεία που λήφθηκαν σε υποκατάσταση ατομικών περιουσιακών στοιχείων και καθετί αξίας που αποκτήθηκε για τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία.
Σε περίπτωση που ορισμένο περιουσιακό στοιχείο αντικαταστήσει ορισμένο άλλο περιουσιακό στοιχείο συνήθους ποσότητας που αποτελούσε ατομική περιουσία του ενός εκ των συζύγων και το οποίο χρησιμοποιούταν στην κοινή καθημερινή ζωή των συζύγων, το νέο περιουσιακό στοιχείο καθίσταται τμήμα της κοινής περιουσίας μετά πέντε έτη κοινού έγγαμου βίου.
(Άρθρο 4:38 (1-3) του Αστικού Κώδικα)
2.2. Υπάρχουν νομικές προϋποθέσεις σχετικά με την κατανομή των περιουσιακών στοιχείων;
Τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία ανήκουν στους συζύγους κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης τεκμαίρεται ότι αποτελούν τμήμα της κοινής περιουσίας των συζύγων, εκτός εάν ορίζεται κάτι διαφορετικό στον Αστικό Κώδικα ή εάν αποδειχθεί ότι ανήκουν στην ατομική περιουσία ενός από τους συζύγους.Περαιτέρω, εάν ορισμένη υποχρέωση –η οποία αφορά την κοινή περιουσία ή την ατομική περιουσία οποιουδήποτε εκ των συζύγων– εκπληρώθηκε κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης, τεκμαίρεται ότι εκπληρώθηκε από την κοινή περιουσία, πλην εάν αποδειχθεί άλλως. Στην περίπτωση που προστεθεί αξία στην κοινή ή ορισμένη ατομική περιουσία ενόσω διαρκούσε το καθεστώς της κοινοκτημοσύνης των περιουσιακών στοιχείων των συζύγων, τεκμαίρεται ότι η πηγή της προστεθείσας αξίας (π.χ. μέσω επένδυσης, ανακαίνισης ή συντήρησης) προήλθε από την κοινή περιουσία, πλην εάν αποδειχθεί άλλως.
(Άρθρο 4:40 (1-2) του Αστικού Κώδικα)
2.3. Οι σύζυγοι πρέπει να προβούν σε απογραφή των περιουσιακών στοιχείων; Εάν ναι, πότε και με ποιον τρόπο;
Σύμφωνα με το ουγγρικό δίκαιο, οι σύζυγοι δεν υποχρεούνται να συντάξουν απογραφή περιουσιακών στοιχείων.2.4. Ποιος είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων; Ποιος έχει δικαίωμα διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων; Μπορεί ένας εκ των συζύγων να διαθέσει/διαχειριστεί την περιουσία μόνος του ή είναι απαραίτητη η συναίνεση του έτερου συζύγου (π.χ. στις περιπτώσεις διάθεσης της οικίας των συζύγων); Ποια είναι η επίδραση ενδεχόμενης απουσίας συναίνεσης στην εγκυρότητα μιας νομικής συναλλαγής και στο αντιτάξιμο κατά τρίτων;
Κάθε σύζυγος δύναται να χρησιμοποιεί τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην κοινή περιουσία σύμφωνα με τον σκοπό τους. Κανένας εκ των συζύγων δεν πρέπει να ασκεί το δικαίωμα αυτό επί ζημία των δικαιωμάτων και των νόμιμων συμφερόντων του άλλου συζύγου. Αμφότεροι οι σύζυγοι από κοινού δικαιούνται να διαχειρίζονται τα στοιχεία της κοινής περιουσίας τους.Κάθε σύζυγος δύναται να αξιώσει την άδεια του άλλου συζύγου για πράξεις που είναι απαραίτητες για την προστασία και τη διατήρηση της κοινής περιουσίας τους. Επείγοντα μέτρα για την προστασία των περιουσιακών στοιχείων μπορούν να λαμβάνονται από οποιονδήποτε σύζυγο χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου. Ωστόσο, ο άλλος σύζυγος πρέπει να ενημερώνεται σχετικά αμελλητί.
(Άρθρο 4:42 (1-2) του Αστικού Κώδικα)
Ειδικοί κανόνες εφαρμόζονται στη χρήση και στη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στην κοινή περιουσία, αλλά εξυπηρετούν την άσκηση του επαγγέλματος ή της ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας ενός εκ των συζύγων. Το ουγγρικό δίκαιο προβλέπει επίσης ειδικούς κανόνες σε σχέση με την άσκηση των δικαιωμάτων μέλους ή μετόχου, εάν ο σύζυγος είναι μέλος ή μέτοχος ατομικής επιχείρησης, συνεταιρισμού ή εταιρείας.
(Άρθρο 4:43 (1-2) του Αστικού Κώδικα)
Κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης, οι σύζυγοι μπορούν να προβαίνουν σε κάθε διάθεση σχετική με την κοινή περιουσία από κοινού ή με τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου. Όσον αφορά τη σύναψη σύμβασης από έναν εκ των συζύγων κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης, δεν προβλέπονται τυπικές προϋποθέσεις για τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου.
(Άρθρο 4:45 του Αστικού Κώδικα)
Κάθε σύμβαση ή οικονομικό συμφέρον το οποίο συνάπτεται από έναν σύζυγο κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης τεκμαίρεται –εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στον Αστικό Κώδικα– ότι συνάπτεται με τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου, εκτός εάν ο τρίτος αντισυμβαλλόμενος γνώριζε, ή όφειλε να γνωρίζει, ότι ο άλλος σύζυγος δεν παρέσχε την προηγούμενη συγκατάθεσή του στη σύμβαση.
Εάν ο σύζυγος συνάψει σύμβαση για την κάλυψη καθημερινών αναγκών του ή στο πλαίσιο της άσκησης του επαγγέλματος ή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, ο άλλος σύζυγος μπορεί να επικαλεστεί την απουσία συγκατάθεσής του μόνον εάν δήλωσε ρητώς στον τρίτο αντισυμβαλλόμενο την αντίρρησή του πριν από τη σύναψη της σύμβασης.
(Άρθρο 4:46 του Αστικού Κώδικα)
Κανένας εκ των συζύγων δεν δικαιούται να διαθέτει το ακίνητο το οποίο χρησιμοποιείται ως κοινή κατοικία της οικογένειας των συζύγων ούτε κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης ούτε κατά το διάστημα από τη λύση του γάμου έως τη διανομή της κοινής περιουσίας, χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου. Στην περίπτωση αυτή, η συγκατάθεση του άλλου συζύγου δεν τεκμαίρεται.
(Άρθρο 4:48 του Αστικού Κώδικα)
2.5. Υπάρχουν δικαιοπραξίες που καταρτίζονται από τον ένα σύζυγο αλλά δεσμεύουν και τον άλλο;
Εάν ένας σύζυγος συνάψει σύμβαση η οποία αφορά στοιχεία της κοινής περιουσίας, οφείλει να εξοφλήσει τυχόν χρέη τα οποία προκύπτουν από ή σε σχέση με την εν λόγω σύμβαση από την ατομική του περιουσία ή από το μερίδιό του στην κοινή περιουσία.Εάν ένας σύζυγος δεν έλαβε μέρος στη σύναψη σύμβασης την οποία ο άλλος σύζυγος συνήψε με τη συγκατάθεσή του, ο μη συμμετέχων σύζυγος ευθύνεται έναντι των τρίτων μόνον βάσει του μεριδίου του στην κοινή περιουσία.
(Άρθρο 4:49 του Αστικού Κώδικα)
Εάν ένας σύζυγος δεν συγκατατέθηκε σε σύμβαση την οποία συνήψε ο άλλος σύζυγος σχετικά με την κοινή περιουσία, και δεν τεκμαίρεται συγκατάθεση ή το τεκμήριο καταρρίφθηκε, ο σύζυγος δεν ευθύνεται για οποιαδήποτε υποχρέωση προκύπτει από ή σε σχέση με τη συγκεκριμένη σύμβαση. Σύμβαση η οποία συνάπτεται χωρίς τη συγκατάθεση του συζύγου δεν ισχύει ως προς αυτόν, εάν ο αγοραστής ενήργησε κακόπιστα ή αποκόμισε αδάπανο όφελος από τη σύμβαση. Εάν ο άλλος σύζυγος συνήψε τη σύμβαση με συγγενή του, η κακή πίστη και η αποκόμιση αδάπανου οφέλους τεκμαίρονται.
(Άρθρο 4:50 του Αστικού Κώδικα)
2.6. Ποιος είναι υπεύθυνος για χρέη που συνάφθηκαν κατά τη διάρκεια του γάμου; Ποια περιουσιακά στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι πιστωτές προκειμένου να ικανοποιήσουν τις αξιώσεις τους;
Η κοινή περιουσία των συζύγων περιλαμβάνει τα βάρη των κοινών περιουσιακών στοιχείων τους και οι σύζυγοι οφείλουν να αναλαμβάνουν από κοινού τα χρέη που προκύπτουν από ή σε σχέση με τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει οποιοσδήποτε εκ των συζύγων κατά τη διάρκεια της κοινοκτημοσύνης. Η κοινή περιουσία δεν περιλαμβάνει τα περιουσιακά στοιχεία, τα βάρη και τις οφειλές που αντιμετωπίζονται ως ατομική περιουσία κάθε συζύγου.(Άρθρο 4:37 (2) και (4) του Αστικού Κώδικα)
Εκτός από τις προβλεπόμενες από τον νόμο υποχρεώσεις συντήρησης, κάθε χρέος το οποίο προκύπτει από ή σε σχέση με πράξη η οποία τελέστηκε πριν από την έναρξη του κοινού έγγαμου βίου βαρύνει την ατομική περιουσία κάθε συζύγου. Η ατομική περιουσία περιλαμβάνει τα βάρη επί περιουσιακών στοιχείων αυτής και τους τόκους κάθε χρέους που αντιμετωπίζονται ως ατομική υποχρέωση.
Η ατομική περιουσία περιλαμβάνει κάθε χρέος που αναλαμβάνεται κατά τον κοινό έγγαμο βίο:
- το οποίο σχετίζεται με την απόκτηση ή τη διατήρηση ατομικής περιουσίας, μη συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που σχετίζονται με τα έσοδα από την εν λόγω ατομική περιουσία και τη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων που χρησιμοποιούνται από κοινού από τους συζύγους·
- το οποίο σχετίζεται με τη διάθεση από έναν σύζυγο ατομικής περιουσίας του·
- από έναν σύζυγο χωρίς αντάλλαγμα επί της κοινής περιουσίας, χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου συζύγου· και
- το οποίο προκύπτει από οποιαδήποτε παράνομη και δόλια συμπεριφορά ή βαριά αμέλεια του συζύγου, εάν το χρέος υπερβαίνει τον πλουτισμό του άλλου συζύγου.
Ακόμη και αν ένα χρέος ανήκει στην ατομική περιουσία ενός συζύγου, έναντι των τρίτων ο άλλος σύζυγος ευθύνεται επίσης για αυτό.
(Άρθρο 4:39 (1-4) του Αστικού Κώδικα)
Τα έξοδα διατήρησης και διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων της κοινής περιουσίας, τα έξοδα συντήρησης του κοινού νοικοκυριού και οι δαπάνες συντήρησης και ανατροφής των κοινών τέκνων των συζύγων καλύπτονται πρωτίστως από την κοινή περιουσία. Εάν η κοινή περιουσία δεν επαρκεί για την κάλυψη των εν λόγω εξόδων και δαπανών, αυτά μπορούν να καλυφθούν από την ατομική περιουσία των συζύγων αναλογικά. Εάν μόνον ένας εκ των συζύγων έχει ατομική περιουσία, τα κεφάλαια που απαιτούνται για την κάλυψη των ανεξόφλητων δαπανών παρέχονται από τον συγκεκριμένο σύζυγο.
(Άρθρο 4:44 του Αστικού Κώδικα)
3.1. Ποιες διατάξεις μπορούν να τροποποιηθούν από ένα σύμφωνο και ποιες όχι; Ποια καθεστώτα που διέπουν τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων μπορούν να επιλεγούν;
Οι σύζυγοι δύνανται να συνάψουν γαμικό σύμφωνο σχετικά με την κατανομή των περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάρκεια του κοινού έγγαμου βίου τους είτε πριν είτε μετά την τέλεση του γάμου τους.(Άρθρο 4:34 (1) του Αστικού Κώδικα)
Σκοπός του γαμικού συμφώνου είναι να επιτρέψει στους (μελλοντικούς) συζύγους να ορίσουν ένα καθεστώς περιουσιακών σχέσεων –αντί της κοινοκτημοσύνης– το οποίο θα διέπει τις περιουσιακές σχέσεις τους κατά τη διάρκεια του γάμου από τη χρονική στιγμή που προσδιορίζεται στο σύμφωνο. Στο γαμικό σύμφωνο, οι σύζυγοι μπορούν να προβλέψουν περισσότερα διαφορετικά καθεστώτα περιουσιακών σχέσεων για συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία και μπορούν ακόμη και να παρεκκλίνουν από τους κανόνες σχετικά με το νόμιμο και τα προαιρετικά καθεστώτα περιουσιακών σχέσεων, εφόσον η παρέκκλιση αυτή δεν απαγορεύεται από τον Αστικό Κώδικα.
(Άρθρο 4:63 του Αστικού Κώδικα)
Ο Αστικός Κώδικας ρυθμίζει λεπτομερώς δύο προαιρετικά καθεστώτα περιουσιακών σχέσεων: την αναβαλλόμενη κοινοκτημοσύνη και την αυτοτέλεια των περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, οι σύζυγοι δεν υποχρεούνται να επιλέξουν οποιοδήποτε από τα καθεστώτα αυτά.
(Άρθρο 4:71-4:73 του Αστικού Κώδικα)
Οι (μελλοντικοί) σύζυγοι μπορούν να ρυθμίσουν εκ των προτέρων τα της χρήσης της κοινής κατοικίας τους σε περίπτωση λύσης του γάμου ή τερματισμού του κοινού έγγαμου βίου. Η συμφωνία είναι έγκυρη εάν περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή εάν είναι ιδιωτική πράξη προσυπογραμμένη από δικηγόρο.
Οι σύζυγοι μπορούν επίσης να περιλάβουν ρυθμίσεις σχετικά με τη χρήση της κοινής κατοικίας στο γαμικό σύμφωνο.
(Άρθρο 4:78 (1) και (3) του Αστικού Κώδικα)
Σύμβαση η οποία παρέχει όλα σχεδόν τα ατομικά και τα κοινά περιουσιακά στοιχεία σε έναν σύζυγο, χωρίς κατάλληλη αποζημίωση του άλλου συζύγου, αντίκειται στα χρηστά ήθη και είναι, επομένως, άκυρη και ανίσχυρη.
3.2. Ποιες είναι οι τυπικές προϋποθέσεις και με ποιον πρέπει να επικοινωνήσω;
Για να είναι έγκυρο το γαμικό σύμφωνο πρέπει να περιβάλλεται τον τύπο είτε του δημοσίου εγγράφου, στην οποία περίπτωση πρέπει να έχει καταρτισθεί από συμβολαιογράφο, είτε ιδιωτικού εγγράφου, στην οποία περίπτωση πρέπει να προσυπογράφεται από δικηγόρο.(Άρθρο 4:65 (1) του Αστικού Κώδικα)
Η έγκριση του κηδεμόνα είναι απαραίτητη για το κύρος του γαμικού συμφώνου, εάν ο σύζυγος είναι ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών ή εάν η δικαιοπρακτική του ικανότητα σε περιουσιακά ζητήματα είναι περιορισμένη.
(Άρθρο 4:64 (2) του Αστικού Κώδικα)
3.3. Πότε μπορεί να συναφθεί ένα σύμφωνο και πότε τίθεται σε ισχύ;
Οι σύζυγοι δύνανται να συνάψουν γαμικό σύμφωνο είτε πριν είτε μετά την τέλεση του γάμου τους. Εάν η σύμβαση συναφθεί πριν από τον γάμο, τίθεται σε ισχύ με την έναρξη του κοινού έγγαμου βίου των συζύγων. Εάν συναφθεί μετά τον γάμο, τίθεται σε ισχύ με την υπογραφή της.(Άρθρο 4:34 (1) του Αστικού Κώδικα)
Το γαμικό σύμφωνο δεν περιέχει καμία ρήτρα με αναδρομική ισχύ η οποία μεταβάλλει, εις βάρος τρίτου, οποιαδήποτε υποχρέωση την οποία ανέλαβε ένας σύζυγος έναντι τρίτου πριν από τη σύναψη του γαμικού συμφώνου.
(Άρθρο 4:67 (1) του Αστικού Κώδικα)
3.4. Μπορούν οι σύζυγοι να τροποποιήσουν ένα υπάρχον σύμφωνο; Εάν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;
Το γαμικό σύμφωνο μπορεί να τροποποιηθεί ή να καταγγελθεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια του κοινού έγγαμου βίου.Η τροποποίηση και η καταγγελία υπόκεινται στις τυπικές προϋποθέσεις που ισχύουν για το αρχικό σύμφωνο.
(Άρθρο 4:66 του Αστικού Κώδικα)
3.5. Σύμφωνα με την εθνική σας νομοθεσία, είναι δυνατόν να αποκτήσει αναδρομική ισχύ η γαμική σύμβαση που συνάπτεται από τους συζύγους κατά τη διάρκεια του γάμου;
Ναι, αλλά το συμβόλαιο γάμου δεν περιέχει καμία ρήτρα με αναδρομική ισχύ για αλλαγή, εις βάρος τρίτου, οποιασδήποτε υποχρέωσης που μπορεί να έχει ένας σύζυγος στις συναλλαγές με τρίτους που προέκυψε πριν από τη σύναψη του συμβολαίου γάμου.(Άρθρο 4:67 παρ. 1 του Αστικού Κώδικα)
4.1. Μπορούν να υπάρχουν μία ή περισσότερες καταχωρήσεις περιουσιακών στοιχείων των συζύγων στη χώρα σας; Πού;
Ναι, το Εθνικό Μητρώο Γαμικών Συμφώνων και Συμφώνων Συμβίωσης (εφεξής: Μητρώο) υφίσταται από τις 15 Μαρτίου 2014.4.2. Ποια έγγραφα καταχωρούνται; Ποιες πληροφορίες καταχωρούνται;
Το Μητρώο περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:- την ύπαρξη του συμφώνου·
- το ονοματεπώνυμο (και το πατρικό όνομα), τον τόπο και την ημερομηνία γέννησης των συμβαλλομένων, καθώς και τα ονόματα και πατρικά ονόματα των μητέρων τους·
- τον αριθμό μητρώου και την ημερομηνία του συμβολαιογραφικού εγγράφου/την ημερομηνία του ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο και περιέχει το σύμφωνο·
- το ονοματεπώνυμο και την έδρα του συμβολαιογράφου, τον αριθμό και την ημερομηνία εγγραφής στο μητρώο·
- σε περίπτωση καταγγελίας του συμφώνου, το γεγονός της καταγγελίας, το ονοματεπώνυμο και την έδρα του συμβολαιογράφου που την καταχώρισε, τον αριθμό και την ημερομηνία εγγραφής στο μητρώο.
(Άρθρο 36/K του Νόμου XLV του 2008 περί ορισμένων εκτός ενδίκου πλαισίου συμβολαιογραφικών διαδικασιών)
4.3. Ποιος και με ποιον τρόπο μπορεί να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες του μητρώου;
Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον δικαιούται να ζητήσει πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη του συμφώνου και να λάβει σημειώσεις των σχετικών πληροφοριών για δικούς του σκοπούς. Το αίτημα –το οποίο υπόκειται στην καταβολή τέλους– μπορεί να υποβληθεί σε οποιονδήποτε ούγγρο συμβολαιογράφο. Ο συμβολαιογράφος μπορεί να παράσχει πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη συμφώνου, εάν ο ενδιαφερόμενος του προσκομίσει τα στοιχεία (βλ. σημείο 4.2.) ενός εκ των συμβαλλομένων και εάν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει το έννομο συμφέρον του.Κατόπιν αιτήματος, ο συμβολαιογράφος χορηγεί βεβαίωση για την ύπαρξη ή μη συμφώνου στο μητρώο. Πληροφορίες σχετικά με το περιεχόμενο του συμφώνου παρέχονται μόνον με έγγραφη άδεια ενός εκ των συμβαλλομένων. Το σχετικό αίτημα μπορεί να υποβληθεί στον συμβολαιογράφο που διαπίστωσε την ύπαρξη του συμφώνου ή την τροποποίηση, τη διαγραφή ή τη λήξη του. Ο αρμόδιος συμβολαιογράφος σε κληρονομική διαδικασία συμβουλεύεται ηλεκτρονικά το μητρώο για να πληροφορηθεί κατά πόσον ο κληρονομούμενος ήταν συμβαλλόμενος σε γαμικό σύμφωνο. Εάν η απάντηση είναι καταφατική, ο συμβολαιογράφος ζητεί να του διαβιβαστεί το σύμφωνο.
(Άρθρο 36/K (3-5) και (10) του Νόμου XLV του 2008 περί ορισμένων εκτός ενδίκου πλαισίου συμβολαιογραφικών διαδικασιών)
4.4. Ποια είναι τα νομικά αποτελέσματα μιας εγγραφής (εγκυρότητα, αντιτάξιμο);
Το γαμικό σύμφωνο ισχύει έναντι τρίτων εάν έχει καταχωριστεί στο Μητρώο ή εάν οι σύζυγοι μπορούν να αποδείξουν ότι ο τρίτος γνώριζε ή, όφειλε να γνωρίζει, την ύπαρξη του εν λόγω συμφώνου, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου του.(Άρθρο 4:65 (2) του Αστικού Κώδικα)
Εκτός αποδείξεως του αντιθέτου, το Μητρώο βεβαιώνει επίσημα την ύπαρξη του καταχωρισμένου συμφώνου.
(Άρθρο 36/H (4) του Νόμου XLV του 2008 περί ορισμένων εκτός ενδίκου πλαισίου συμβολαιογραφικών διαδικασιών)
4.5. Γαμική συμβαση που συνήφθη στην αλλοδαπή σύμφωνα με αλλοδαπή νομοθεσία είναι δυνατόν να καταχωριστεί στη χώρα σας; Εάν ναι, βάσει ποιων όρων ή τυπικών προϋποθέσεων;
Συμβόλαιο γάμου που συνάπτεται σε άλλο κράτος σύμφωνα με το αλλοδαπό δίκαιο δεν μπορεί να καταχωρηθεί στο Μητρώο Συμβολαίων Γάμου και Συμβίωσης. Σύμφωνα με τον νόμο XLV του 2008 για τις Συμβολαιογραφικές Μη Επίδικες Διαδικασίες, μπορούν να καταχωρηθούν μόνο εκείνα τα συμβόλαια γάμου που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τον ουγγρικό Αστικό Κώδικα.(άρθρο 36/Η παράγραφος 1 του νόμου XLV του 2008 για τις συμβολαιογραφικές μη αμφισβητούμενες διαδικασίες)
5.1. Με ποιον τρόπο διαχωρίζεται η περιουσία (εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητα);
Το μερίδιο συζύγου στην κοινή περιουσία καθορίζεται βάσει του καθεστώτος και της αξίας που ισχύουν κατά τον χρόνο λήξης της κοινοκτημοσύνης. Κάθε μεταβολή στην αξία από τον χρόνο λήξης της κοινοκτημοσύνης έως τη διανομή της κοινής περιουσίας λαμβάνεται υπόψη, εκτός εάν καταλογίζεται στη συμπεριφορά οποιουδήποτε συζύγου. Η διανομή των συγκεκριμένων αντικειμένων της κοινής περιουσίας διέπεται από τις ρυθμίσεις περί λήξης της συγκυριότητας, με την επιφύλαξη ότι η διαίρεση σε είδος δεν επιτρέπεται εάν αντιταχθεί εύλογα σε αυτήν οποιοσδήποτε εκ των συζύγων. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν επίσης στη διανομή δικαιωμάτων και απαιτήσεων που περιλαμβάνονται στην κοινή περιουσία.(Άρθρο 4:60 του Αστικού Κώδικα)
Για τη διανομή των περιουσιακών στοιχείων, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τη συμφωνία των συζύγων. Τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία χρειάζεται ένας εκ των συζύγων για την άσκηση του επαγγέλματος ή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας ανήκουν, καταρχήν, στον συγκεκριμένο σύζυγο.
(Άρθρο 4:61 (1-2) του Αστικού Κώδικα)
Ατομική ιδιοκτησία η οποία υφίσταται κατά τη λήξη της κοινοκτημοσύνης κατανέμεται σε είδος, εκτός εάν κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό λόγω της ανάμειξης των περιουσιακών στοιχείων ή εάν η διανομή ενδέχεται να μειώσει σημαντικά την αξία της κοινής περιουσίας ή της ατομικής περιουσίας.
(Άρθρο 4:62 του Αστικού Κώδικα)
Η λύση του γάμου ή ο τερματισμός του κοινού έγγαμου βίου δεν τερματίζει αυτομάτως το δικαίωμα κατοικίας του συζύγου που διαμένει σε κατοικία ιδιοκτησίας του άλλου συζύγου (π.χ. κατοικία αποκλειστικής κυριότητας του άλλου συζύγου).
(Άρθρο 4:77 (2) του Αστικού Κώδικα)
5.2. Ποιος είναι υπεύθυνος για τα υπάρχοντα χρέη μετά το διαζύγιο/χωρισμό;
Μετά τη λύση της κοινοκτημοσύνης, οι σύζυγοι ευθύνονται για τις κοινές υποχρεώσεις σε αναλογία προς τα αντίστοιχα μερίδιά τους επί της κοινής περιουσίας, ήτοι σε βάση 50-50%.Εάν συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο βαρύνεται με χρέος, αυτό εξοφλείται από τον σύζυγο που απέκτησε την κυριότητά του μετά τη διανομή.
(Άρθρο 4:61 (4) του Αστικού Κώδικα)
5.3. Πρέπει ο ένας σύζυγος να εγείρει αξίωση για αντισταθμιστική πληρωμή;
Κατά τη διανομή της κοινής περιουσίας, μπορούν να εγερθούν αξιώσεις για επιστροφή τυχόν δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από την κοινή περιουσία για την ατομική περιουσία, από την ατομική περιουσία για την κοινή περιουσία και από την κοινή περιουσία ενός συζύγου για την κοινή περιουσία του άλλου συζύγου, συμπεριλαμβανομένου του διακανονισμού χρεών που βαρύνουν την περιουσία του άλλου συζύγου. Οι αξιώσεις αποζημίωσης μπορούν να διακανονίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί καθορισμού της αξίας των μεριδίων των συζύγων (βλ. σημείο 5.1.).Υπό εξαιρετικές περιστάσεις, μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση για δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από την ατομική περιουσία για την κάλυψη κοινών δαπανών.
Δεν υπάρχει δικαίωμα αποζημίωσης εάν ο σύζυγος παραιτήθηκε από αυτό. Δεν υπάρχουν τυπικές προϋποθέσεις για την παραίτηση. Ωστόσο, το βάρος απόδειξης φέρει ο σύζυγος ο οποίος επικαλείται την παραίτηση.
Εάν μια δαπάνη συνεπάγεται σημαντική αύξηση της αξίας ακινήτου, ο σύζυγος που δικαιούται αποζημίωση μπορεί επίσης να αξιώσει μερίδιο κυριότητας ανάλογα με την αύξηση της αξίας του ακινήτου.
Δεν υπάρχει δικαίωμα αποζημίωσης, εάν δεν υφίσταται κοινή περιουσία κατά τη λήξη της κοινοκτημοσύνης και ο σύζυγος ο οποίος ευθύνεται για την καταβολή αποζημίωσης δεν έχει ατομική περιουσία.
(Άρθρο 4:59 του Αστικού Κώδικα)
Στην περίπτωση θανάτου του ενός συζύγου, το σύστημα ρύθμισης των περιουσιακών σχέσεων μεταξύ των συζύγων καταργείται και η κοινή περιουσία διανέμεται βάσει των αρχών που περιγράφονται υπό το ερώτημα 5.1. και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο γαμικό σύμφωνο. Ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το μερίδιό του, ενώ το εναπομένον τμήμα της κοινής περιουσίας περιλαμβάνεται στην κληρονομιαία περιουσία του θανόντος, η οποία κατόπιν διανέμεται σύμφωνα με τις διατάξεις της κληρονομικής νομοθεσίας.
Εάν υπάρχουν κατιόντες νόμιμοι κληρονόμοι του θανόντος συζύγου, ο επιζών σύζυγος δικαιούται διά βίου επικαρπία της οικογενειακής κατοικίας που χρησιμοποιούσε μαζί με τον θανόντα, συμπεριλαμβανομένων επίπλων και συσκευών, και λαμβάνει το ίδιο μερίδιο με τα τέκνα από την υπόλοιπη κληρονομιαία περιουσία.
(Άρθρο 7:58 (1) του Αστικού Κώδικα)
Εάν δεν υπάρχουν κατιόντες, ή εάν οι κατιόντες αποκλείονται από την κληρονομική διαδοχή, ο επιζών σύζυγος κληρονομεί την οικογενειακή κατοικία που χρησιμοποιούσε μαζί με τον θανόντα, συμπεριλαμβανομένων επίπλων και συσκευών. Το ήμισυ της υπόλοιπης κληρονομιαίας περιουσίας περιέρχεται στον επιζώντα σύζυγο, ενώ το υπόλοιπο περιέρχεται στους γονείς του κληρονομούμενου. Εάν ένας γονέας αποκληρωθεί, ο άλλος γονέας και ο επιζών σύζυγος κληρονομούν κατ’ ισομοιρία.
(Άρθρο 7:60 του Αστικού Κώδικα)
Εάν δεν υπάρχουν κατιόντες ούτε γονείς, ή εάν αυτοί αποκλείονται από την κληρονομική διαδοχή, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει ολόκληρη την κληρονομιαία περιουσία.
(Άρθρο 7:61 του Αστικού Κώδικα)
Εάν υπάρχουν κατιόντες νόμιμοι κληρονόμοι του θανόντος συζύγου, ο επιζών σύζυγος δικαιούται διά βίου επικαρπία της οικογενειακής κατοικίας που χρησιμοποιούσε μαζί με τον θανόντα, συμπεριλαμβανομένων επίπλων και συσκευών, και λαμβάνει το ίδιο μερίδιο με τα τέκνα από την υπόλοιπη κληρονομιαία περιουσία.
(Άρθρο 7:58 (1) του Αστικού Κώδικα)
Εάν δεν υπάρχουν κατιόντες, ή εάν οι κατιόντες αποκλείονται από την κληρονομική διαδοχή, ο επιζών σύζυγος κληρονομεί την οικογενειακή κατοικία που χρησιμοποιούσε μαζί με τον θανόντα, συμπεριλαμβανομένων επίπλων και συσκευών. Το ήμισυ της υπόλοιπης κληρονομιαίας περιουσίας περιέρχεται στον επιζώντα σύζυγο, ενώ το υπόλοιπο περιέρχεται στους γονείς του κληρονομούμενου. Εάν ένας γονέας αποκληρωθεί, ο άλλος γονέας και ο επιζών σύζυγος κληρονομούν κατ’ ισομοιρία.
(Άρθρο 7:60 του Αστικού Κώδικα)
Εάν δεν υπάρχουν κατιόντες ούτε γονείς, ή εάν αυτοί αποκλείονται από την κληρονομική διαδοχή, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει ολόκληρη την κληρονομιαία περιουσία.
(Άρθρο 7:61 του Αστικού Κώδικα)
Το ουγγρικό δίκαιο δεν προβλέπει ειδικό σύστημα ρύθμισης των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων για τα «διεθνή» ζευγάρια.
Οι διατάξεις σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά στις σχέσεις καταχωρισμένης συμβίωσης (οι οποίες μπορούν να συναφθούν μόνο μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) [άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία a)-c), του νόμου XXIX του 2009 για τις σχέσεις καταχωρισμένης συμβίωσης και συναφή νομοθεσία, και για την τροποποίηση λοιπών διατάξεων για τη διευκόλυνση της απόδειξης της συμβίωσης].
Από την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής, τα ζευγάρια του ίδιου φύλου και τα ζευγάρια διαφορετικού φύλου δικαιούνται εξίσου να ζητήσουν την καταχώριση της σχέσης συμβίωσής τους από συμβολαιογράφο αστικού δικαίου. Η εν λόγω καταχώριση πρέπει να διακρίνεται από την καταχώριση που περιγράφεται στην πρώτη παράγραφο. Η προκείμενη δεν δημιουργεί νέα δικαιώματα ή υποχρεώσεις, αλλά απλώς διευκολύνει την απόδειξη της ύπαρξης της σχέσης συμβίωσης (άρθρα 36/E-36/G του νόμου XLV του 2008 περί ορισμένων εκτός ενδίκου πλαισίου συμβολαιογραφικών διαδικασιών).
Από τις 15 Μαρτίου 2014, οι σύντροφοι μπορούν να ρυθμίζουν τις περιουσιακές σχέσεις τους μέσω συμφώνου για τη διάρκεια της συμβίωσής τους. Το σύμφωνο είναι έγκυρο εφόσον περιληφθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή έχει τη μορφή ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο. Το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να περιέχει οποιαδήποτε διάταξη σχετική με τα περιουσιακά δικαιώματα η οποία μπορεί να εφαρμόζεται επίσης σε έγγαμα ζευγάρια στο πλαίσιο γαμικού συμφώνου ή σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα.
Το σύμφωνο συμβίωσης ισχύει έναντι τρίτων εάν καταχωριστεί στο εθνικό μητρώο συμφώνων συμβίωσης ή εάν οι σύντροφοι μπορούν να αποδείξουν ότι ο τρίτος γνώριζε, ή όφειλε να γνωρίζει, την ύπαρξη του εν λόγω συμφώνου, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου του. Οι διατάξεις που αφορούν την καταχώριση γαμικών συμφώνων ισχύουν επίσης αναλογικά για την καταχώριση συμφώνων συμβίωσης.
(Άρθρο 6:515 του Αστικού Κώδικα)
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στο σύμφωνο συμβίωσης, οι σύντροφοι αποκτούν κατά τη διάρκεια της συμβίωσης περιουσιακά στοιχεία ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο. Εάν η συμβίωση λήξει, κάθε σύντροφος μπορεί να ζητήσει τη διανομή της περιουσίας που απέκτησαν από κοινού κατά τη διάρκεια της συμβίωσης. Κάθε περιουσιακό στοιχείο το οποίο θεωρείται ατομική ιδιοκτησία σε περίπτωση γάμου δεν μπορεί να θεωρηθεί περιουσία αποκτηθείσα από κοινού.
Οι σύντροφοι δικαιούνται μερίδιο σε είδος από την από κοινού αποκτηθείσα περιουσία, αναλογικά προς τη συμβολή τους. Η εργασία που σχετίζεται με το νοικοκυριό, την ανατροφή των παιδιών καθώς και την επιχείρηση του άλλου συντρόφου θεωρείται ότι συμβάλλει στην απόκτηση της περιουσίας. Εάν το ποσοστό της συμβολής δεν μπορεί να καθοριστεί, θεωρείται ίσο για τους δύο συντρόφους, εκτός εάν κάτι τέτοιο συνιστά άδικη οικονομική ζημία για οποιονδήποτε εκ των συντρόφων.
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στον Αστικό Κώδικα, οι διατάξεις σχετικά με το καθεστώς αναβαλλόμενης κοινοκτημοσύνης εφαρμόζονται αναλογικά σε ό,τι αφορά την προστασία του μεριδίου ενός συντρόφου στην από κοινού αποκτηθείσα περιουσία και στη διανομή της από κοινού αποκτηθείσας περιουσίας μεταξύ των συντρόφων.
(Άρθρο 6:516 του Αστικού Κώδικα)
Πριν από την έναρξη και κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, οι σύντροφοι μπορούν να συνάψουν συμφωνία σχετικά με τη μελλοντική χρήση της κοινής κατοικίας τους μετά τη λήξη της συμβίωσής τους. Η συμφωνία είναι έγκυρη εφόσον περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή έχει τη μορφή ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο.
(Άρθρο 6:517 του Αστικού Κώδικα)
Από την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής, τα ζευγάρια του ίδιου φύλου και τα ζευγάρια διαφορετικού φύλου δικαιούνται εξίσου να ζητήσουν την καταχώριση της σχέσης συμβίωσής τους από συμβολαιογράφο αστικού δικαίου. Η εν λόγω καταχώριση πρέπει να διακρίνεται από την καταχώριση που περιγράφεται στην πρώτη παράγραφο. Η προκείμενη δεν δημιουργεί νέα δικαιώματα ή υποχρεώσεις, αλλά απλώς διευκολύνει την απόδειξη της ύπαρξης της σχέσης συμβίωσης (άρθρα 36/E-36/G του νόμου XLV του 2008 περί ορισμένων εκτός ενδίκου πλαισίου συμβολαιογραφικών διαδικασιών).
Από τις 15 Μαρτίου 2014, οι σύντροφοι μπορούν να ρυθμίζουν τις περιουσιακές σχέσεις τους μέσω συμφώνου για τη διάρκεια της συμβίωσής τους. Το σύμφωνο είναι έγκυρο εφόσον περιληφθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή έχει τη μορφή ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο. Το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να περιέχει οποιαδήποτε διάταξη σχετική με τα περιουσιακά δικαιώματα η οποία μπορεί να εφαρμόζεται επίσης σε έγγαμα ζευγάρια στο πλαίσιο γαμικού συμφώνου ή σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα.
Το σύμφωνο συμβίωσης ισχύει έναντι τρίτων εάν καταχωριστεί στο εθνικό μητρώο συμφώνων συμβίωσης ή εάν οι σύντροφοι μπορούν να αποδείξουν ότι ο τρίτος γνώριζε, ή όφειλε να γνωρίζει, την ύπαρξη του εν λόγω συμφώνου, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου του. Οι διατάξεις που αφορούν την καταχώριση γαμικών συμφώνων ισχύουν επίσης αναλογικά για την καταχώριση συμφώνων συμβίωσης.
(Άρθρο 6:515 του Αστικού Κώδικα)
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στο σύμφωνο συμβίωσης, οι σύντροφοι αποκτούν κατά τη διάρκεια της συμβίωσης περιουσιακά στοιχεία ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο. Εάν η συμβίωση λήξει, κάθε σύντροφος μπορεί να ζητήσει τη διανομή της περιουσίας που απέκτησαν από κοινού κατά τη διάρκεια της συμβίωσης. Κάθε περιουσιακό στοιχείο το οποίο θεωρείται ατομική ιδιοκτησία σε περίπτωση γάμου δεν μπορεί να θεωρηθεί περιουσία αποκτηθείσα από κοινού.
Οι σύντροφοι δικαιούνται μερίδιο σε είδος από την από κοινού αποκτηθείσα περιουσία, αναλογικά προς τη συμβολή τους. Η εργασία που σχετίζεται με το νοικοκυριό, την ανατροφή των παιδιών καθώς και την επιχείρηση του άλλου συντρόφου θεωρείται ότι συμβάλλει στην απόκτηση της περιουσίας. Εάν το ποσοστό της συμβολής δεν μπορεί να καθοριστεί, θεωρείται ίσο για τους δύο συντρόφους, εκτός εάν κάτι τέτοιο συνιστά άδικη οικονομική ζημία για οποιονδήποτε εκ των συντρόφων.
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στον Αστικό Κώδικα, οι διατάξεις σχετικά με το καθεστώς αναβαλλόμενης κοινοκτημοσύνης εφαρμόζονται αναλογικά σε ό,τι αφορά την προστασία του μεριδίου ενός συντρόφου στην από κοινού αποκτηθείσα περιουσία και στη διανομή της από κοινού αποκτηθείσας περιουσίας μεταξύ των συντρόφων.
(Άρθρο 6:516 του Αστικού Κώδικα)
Πριν από την έναρξη και κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, οι σύντροφοι μπορούν να συνάψουν συμφωνία σχετικά με τη μελλοντική χρήση της κοινής κατοικίας τους μετά τη λήξη της συμβίωσής τους. Η συμφωνία είναι έγκυρη εφόσον περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή έχει τη μορφή ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο.
(Άρθρο 6:517 του Αστικού Κώδικα)
Στην περίπτωση που η γαμική περιουσία διανέμεται στο πλαίσιο διαδικασίας διαζυγίου, τα ουγγρικά δικαστήρια είναι αρμόδια και για τη διανομή εφόσον διαθέτουν διεθνή δικαιοδοσία για τη διαδικασία διαζυγίου. Η διεθνής δικαιοδοσία για τη διαδικασία διαζυγίου καθορίζεται βάσει – αναλόγως προς την υπόθεση – της υπηκοότητας ή του τόπου κατοικίας/συνήθους διαμονής των συζύγων. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει σύνδεση με διαδικασία διαζυγίου, τα ουγγρικά δικαστήρια διαθέτουν διεθνή δικαιοδοσία σε υποθέσεις σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις συζύγων, καθώς και τις περιουσιακές σχέσεις καταχωρισμένων συντρόφων, υπό τον όρο ότι η κατοικία ή ο τόπος συνήθους διαμονής κάποιου εκ των συζύγων ή των καταχωρισμένων συντρόφων βρίσκεται στην Ουγγαρία. [άρθρα 59 παρ. 2 και 3, 62/B στοιχείο α), 62/Δ παρ. 2 ΝΔΙΔ]